Гадже στα ελληνικά
Μετάφραση: гадже, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γκόμενος, συνάδελφος, άντρας, τύπος, φίλος, φίλο, το φίλο, ο φίλος, τον φίλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гадела στα ελληνικά - οχιά, ναυτία, ναυτίας, η ναυτία, τη ναυτία, της ναυτίας
- гадене στα ελληνικά - ναυτία, ναυτίας, η ναυτία, τη ναυτία, της ναυτίας
- газ στα ελληνικά - αέριο, βενζίνη, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, φυσικό αέριο
- газен στα ελληνικά - είδος αντιλόπης, γκαζέλλα, γκαζέλα, Gazelle, γαζέλα
Τυχαίες λέξεις
Гадже στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γκόμενος, συνάδελφος, άντρας, τύπος, φίλος, φίλο, το φίλο, ο φίλος, τον φίλο
Μεταφράσεις: γκόμενος, συνάδελφος, άντρας, τύπος, φίλος, φίλο, το φίλο, ο φίλος, τον φίλο