Γκόμενος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γκόμενος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гадже, приятеля, гаджето, приятелят, приятел
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γκόμενος
γκόμενος ουρανίας μιχαλολιάκου, γκόμενος ετυμολογία, γκόμενος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γκόμενος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γκρινιάρης στα βουλγαρικά - мърморко, кана за наливна бира, файтон
- γκόμενα στα βουλγαρικά - дете, пиле, мадама, мацка, пилета, пилетата
- γλάρος στα βουλγαρικά - чайка, Gull, буревестница, на чайка
- γλίστρημα στα βουλγαρικά - хлъзгане, подхлъзване, поднасяне, Талон, приплъзване
Τυχαίες λέξεις
Γκόμενος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гадже, приятеля, гаджето, приятелят, приятел
Μεταφράσεις: гадже, приятеля, гаджето, приятелят, приятел