Άντρας στα βουλγαρικά
Μετάφραση: άντρας, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гадже, мъж, човек, мъж на, човека
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άντρας
άντρας κριός, άντρας αιγόκερως, άντρας σκορπιός, άντρας παρθένος, άντρας ζυγός, άντρας λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, άντρας στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- άνοστος στα βουλγαρικά - безвкусен, разводнен, блудкаво сантиментален, като помия, вял
- άντληση στα βουλγαρικά - помпен, помпане, изпомпване, помпена, помпената
- άντρο στα βουλγαρικά - пещера, каверна, пещерата, кухина
- άνω στα βουλγαρικά - горе, над
Τυχαίες λέξεις
Άντρας στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: гадже, мъж, човек, мъж на, човека
Μεταφράσεις: гадже, мъж, човек, мъж на, човека