Земеделие στα ελληνικά
Μετάφραση: земеделие, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεωργία, καλλιέργεια, γεωργίας, καλλιέργειας, εκτροφής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- здраве στα ελληνικά - υγεία, υγείας, την υγεία, της υγείας, υγεία των
- земеделец στα ελληνικά - αγρότης, γεωργός, γεωργό, γεωργού, αγρότη
- земетресение στα ελληνικά - σεισμός, σεισμό, σεισμού, σεισμούς, σεισμό του
- землянка στα ελληνικά - πρόχωμα, λάκκος, πιρόγα, πάγκο, τρώνεκαι
Τυχαίες λέξεις
Земеделие στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεωργία, καλλιέργεια, γεωργίας, καλλιέργειας, εκτροφής
Μεταφράσεις: γεωργία, καλλιέργεια, γεωργίας, καλλιέργειας, εκτροφής