Кавалерия στα ελληνικά
Μετάφραση: кавалерия, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άλογο, ιππικό, ιππικού, το ιππικό, ιππείς, του ιππικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- кабел στα ελληνικά - παρατάσσω, ρυτίδα, γραμμή, επενδύω, καλώδιο, καλωδίου, καλωδιακή, ...
- кавалер στα ελληνικά - θαυμαστής, Beau, του Beau, το beau, καρδ
- кадастър στα ελληνικά - κτηματολόγιο, κτηματολογίου, το κτηματολόγιο, του κτηματολογίου, κτηματολογίων
- кадени στα ελληνικά - δόκιμος, δοκίμων, δοκίμων της, των δοκίμων, δόκιμο
Τυχαίες λέξεις
Кавалерия στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άλογο, ιππικό, ιππικού, το ιππικό, ιππείς, του ιππικού
Μεταφράσεις: άλογο, ιππικό, ιππικού, το ιππικό, ιππείς, του ιππικού