Крик στα ελληνικά

Μετάφραση: крик, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγανάκτηση, φωνάζω, κραυγή, κατακραυγή, στριγκλίζω, στριγγλίζω, γρύλος, Jack, ο Jack, του Jack, γρύλο
Крик στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • кресло στα ελληνικά - πολυθρόνα, καθίσματα, πολυθρόνας, καρέκλα, πολυθρόνες
  • криво στα ελληνικά - στραβός, στραβά, λοξό, λοξά, λοξοδρομήσει, λοξός
  • крикет στα ελληνικά - κρίκετ, τριζόνι, του κρίκετ, Cricket, το κρίκετ, γρύλων
  • крикът στα ελληνικά - γρύλος, Jack, ο Jack, του Jack, γρύλο
Τυχαίες λέξεις
Крик στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγανάκτηση, φωνάζω, κραυγή, κατακραυγή, στριγκλίζω, στριγγλίζω, γρύλος, Jack, ο Jack, του Jack, γρύλο