Медицина στα ελληνικά

Μετάφραση: медицина, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιατρική, φάρμακο, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου
Медицина στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • медиана στα ελληνικά - διάμεσος, διάμεση, διάμεσο, μεσαίο, διάμεση τιμή
  • медиация στα ελληνικά - μεσολάβηση, διαμεσολάβησης, διαμεσολάβηση, μεσολάβησης, τη διαμεσολάβηση
  • медник στα ελληνικά - χαλκός, καζάνια, coppers, χαλκούς
  • медуза στα ελληνικά - μέδουσα, τσούχτρα, μέδουσες, μεδουσών, jellyfish
Τυχαίες λέξεις
Медицина στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιατρική, φάρμακο, ιατρικής, το φάρμακο, φαρμάκου