Наводнение στα ελληνικά
Μετάφραση: наводнение, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλημμύρες, πληθώρα, κατακλυσμός, πλημμυρίζω, κατακλύζω, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- навес στα ελληνικά - καλύβα, αποβάλλω, σκιάδα, παράγκα, καταφύγιο, στέγη, καταφυγίου, ...
- навигация στα ελληνικά - ναυτιλία, πλοήγηση, πλοήγησης, ναυσιπλοΐας, ναυσιπλοΐα, την πλοήγηση
- нагноения στα ελληνικά - nagnoeniya
- награда στα ελληνικά - αμοιβή, ανταμοιβή, βραβείο, έπαθλο, βραβείου, το βραβείο, βραβείων
Τυχαίες λέξεις
Наводнение στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλημμύρες, πληθώρα, κατακλυσμός, πλημμυρίζω, κατακλύζω, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις: πλημμύρες, πληθώρα, κατακλυσμός, πλημμυρίζω, κατακλύζω, πλημμύρα, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες