Κατακλύζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κατακλύζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
наводнение, затрупвам, смаже, победиш, вземе превес, да смаже
Κατακλύζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατακλύζω

κατακλύζω σημασια, κατακλύζω αοριστος, κατακλύζω συνωνυμα, κατακλύζω λεξικο, κατακλύζω ετυμολογια, κατακλύζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κατακλύζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κατακλυσμός στα βουλγαρικά - наводнение, катаклизъм, катаклизми, потоп
  • κατακλύζομαι στα βουλγαρικά - потоп, хидромонитори, наводнение, потопа
  • κατακρίνω στα βουλγαρικά - порицавам, изобличавай, изобличавайте, изоблича, укорявам
  • κατακρατώ στα βουλγαρικά - удържи, удържа, задържи, удържат, откаже
Τυχαίες λέξεις
Κατακλύζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: наводнение, затрупвам, смаже, победиш, вземе превес, да смаже