Наръчник στα ελληνικά
Μετάφραση: наръчник, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εγχειρίδιο, εγχειριδίου, Handbook, εγχειρίδιο του, το εγχειρίδιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- нарушат στα ελληνικά - αθετώ, παραβαίνω, παραβιάζω, στρεβλώνουν, στρεβλώσει, νοθεύσει, στρεβλώσουν, ...
- нарушение στα ελληνικά - παράβαση, πταίσμα, παραβίαση, παραβίασης, παράβασης, παραβιάσεις
- наръчника στα ελληνικά - εγχειρίδιο, εγχειριδίου, Χειροκίνητη, Manual, Χειροκίνητο
- наряд στα ελληνικά - ντύσιμο, αμφίεση, λεπτομέρεια, λεπτομερώς, λεπτομέρειες, λεπτομερέστερα, αναλυτικά
Τυχαίες λέξεις
Наръчник στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εγχειρίδιο, εγχειριδίου, Handbook, εγχειρίδιο του, το εγχειρίδιο
Μεταφράσεις: εγχειρίδιο, εγχειριδίου, Handbook, εγχειρίδιο του, το εγχειρίδιο