Опушка στα ελληνικά

Μετάφραση: опушка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίχωρα, opushka
Опушка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • оптимист στα ελληνικά - αισιόδοξος, αισιόδοξο, αισιόδοξη, optimist, αισιόδοξοι
  • опустошение στα ελληνικά - καταστρέφω, ρημάζω, ερήμωση, καταστροφή, καταστροφές, καταστροφή που, καταστροφές που
  • опущение στα ελληνικά - παράλειψη, παράλειψης, η παράλειψη, παραλείψεως, παραλείψεις
  • опят στα ελληνικά - πείραμα, πειραματίζομαι, θρήνησαν, θρήνησε, θρηνήσει, πένθησε, θρηνούσαν
Τυχαίες λέξεις
Опушка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίχωρα, opushka