Отливка στα ελληνικά

Μετάφραση: отливка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάσιμο, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων
Отливка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • откос στα ελληνικά - λοξή γωνία, λοξεύω, λοξότμηση, λοξοτμήσεως, κωνικούς
  • отлив στα ελληνικά - παύση, άμπωτη, υποχωρώ, παλινδρόμηση, αναρροή, αναρροής, κάθετο ψυκτήρα, ...
  • отличния στα ελληνικά - άριστη, εξαιρετικές, άριστο, εξαιρετικό, εξαιρετική
  • отметка στα ελληνικά - σκορ, εικοσαριά, σκοράρω, τσιμπούρι, tick, κροτώνων, κρότωνα, ...
Τυχαίες λέξεις
Отливка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάσιμο, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων