Палка στα ελληνικά

Μετάφραση: палка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χώνω, γκλομπ, ρόπαλο, κλομπ, ροπάλου, από γκλομπ αστυνομικού
Палка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • палец στα ελληνικά - ψηφίο, δάκτυλο, αντίχειρας, αντίχειρα, τον αντίχειρα, αντίχειρά, τον αντίχειρά
  • палитра στα ελληνικά - παλέτα, παλέτας, της παλέτας, την παλέτα, palette
  • палма στα ελληνικά - φοίνικας, παλάμη, παλάμης, φοίνικα, φοίνικες, φοινικέλαιο
  • палуба στα ελληνικά - κατάστρωμα, καταστρώματος, τράπουλα, γέφυρα, θάλαμο
Τυχαίες λέξεις
Палка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χώνω, γκλομπ, ρόπαλο, κλομπ, ροπάλου, από γκλομπ αστυνομικού