Признават στα ελληνικά
Μετάφραση: признават, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξομολογώ, ομολογώ, διακηρύσσω, αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν
Μεταφράσεις
- призвание στα ελληνικά - επιτήδευμα, κλήση, καλώντας, καλεί, ζητώντας, ζητούν
- призма στα ελληνικά - πρίσμα, πρίσματος, το πρίσμα, πρισμάτων, του πρίσματος
- признание στα ελληνικά - παραδοχή, ομολογία, είσοδος, αναγνώριση, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, ...
- призрак στα ελληνικά - φάντασμα, φαντασμάτων, φαντάσματα, ghost
Τυχαίες λέξεις
Признават στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξομολογώ, ομολογώ, διακηρύσσω, αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν
Μεταφράσεις: εξομολογώ, ομολογώ, διακηρύσσω, αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν