Светлина στα ελληνικά

Μετάφραση: светлина, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτερός, ξανθός, φωτίζω, ανάβω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Светлина στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • свезка στα ελληνικά - σπλήνα, fascicule, τεύχους
  • сверения στα ελληνικά - μπατάρω, αναποδογυρίζω, Ασκήσεις, Τρυπάνια, Δράπανα, Ασκήσεων, Σπαρτικές
  • свещ στα ελληνικά - κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
  • свещеник στα ελληνικά - παπάς, ιερεύς, ιερέας, ιερέα, παπά
Τυχαίες λέξεις
Светлина στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτερός, ξανθός, φωτίζω, ανάβω, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση