Ανάβω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανάβω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
блясък, светлина, запалвам, възбуждам се, светвам, палите, блясвам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάβω
ανάβω δυο τσιγάρα στίχοι, ανάβω θυμιατήρι, ανάβω όλα τα φωτα, ανάβω με τσιγάρα στίχοι, ανάβω δυο τσιγάρα, ανάβω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανάβω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανά στα βουλγαρικά - съгласно, на, за, по, един, всеки
- ανάβαση στα βουλγαρικά - изкачване, изкачването, възход, издигане, изплуване
- ανάγκη στα βουλγαρικά - необходимост, нужно, нужда, трябва, нужда от, нуждаете, се нуждаят
- ανάγλυφος στα βουλγαρικά - щампован, обков, Запазена е обкованата, обкованата, изработен в релеф
Τυχαίες λέξεις
Ανάβω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: блясък, светлина, запалвам, възбуждам се, светвам, палите, блясвам
Μεταφράσεις: блясък, светлина, запалвам, възбуждам се, светвам, палите, блясвам