Смущение στα ελληνικά
Μετάφραση: смущение, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμηχανία, σύγχυση, κυκεώνας, παραζάλη, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- смешник στα ελληνικά - γελωτοποιός, zany, κωμική, αστείες, την κωμική
- смола στα ελληνικά - κλυδωνίζομαι, ρετσίνι, ρητίνη, ρητίνης, της ρητίνης, ρητίνη που
- смърт στα ελληνικά - θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
- смъртност στα ελληνικά - θνησιμότητα, θνησιμότητας, θνησιμότητας λόγω, της θνησιμότητας, τη θνησιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Смущение στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμηχανία, σύγχυση, κυκεώνας, παραζάλη, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης
Μεταφράσεις: αμηχανία, σύγχυση, κυκεώνας, παραζάλη, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης