Αμηχανία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αμηχανία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
смущение, срам, неудобство, притеснение, объркване
Αμηχανία στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμηχανία

αμηχανία συνώνυμο, αμηχανία στα έδρανα για τη χρυσή αυγή, αμηχανία γλώσσα του σώματος, αμηχανία λεξικό, ονειροκρίτης αμηχανία, αμηχανία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμηχανία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αμετάπειστος στα βουλγαρικά - непреклонен, категоричен, непреклонна
  • αμετάτρεπτος στα βουλγαρικά - неконвертируем, неразменяем, е неконвертируем, необратим, който не се поддава на промени
  • αμμουδιά στα βουλγαρικά - плаж, плажен, Бряг, Beach, плажа
  • αμμωνία στα βουλγαρικά - амоняк, на амоняк, амонячен, амоняка
Τυχαίες λέξεις
Αμηχανία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: смущение, срам, неудобство, притеснение, объркване