Яйчник στα ελληνικά
Μετάφραση: яйчник, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωάριο, ωοθήκη, ωοθηκών, ωοθήκης, ωοθήκες, των ωοθηκών
![Яйчник στα ελληνικά Яйчник στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-bg-gr-4362.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- язък στα ελληνικά - γλώσσα, αλίμονο, δυστυχώς, Alas, δυστυχώς όμως
- яйце στα ελληνικά - αυγό, αυγών, αυγού, των αυγών, ωάριο
- як στα ελληνικά - βους του Θιβέτ ή των ινδίων, YAK, βούβαλου, γιακ, βούβαλου του
- яловаря στα ελληνικά - λεξικό, yalovarya
Τυχαίες λέξεις
Яйчник στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωάριο, ωοθήκη, ωοθηκών, ωοθήκης, ωοθήκες, των ωοθηκών
Μεταφράσεις: ωάριο, ωοθήκη, ωοθηκών, ωοθήκης, ωοθήκες, των ωοθηκών