Accrochage στα ελληνικά

Μετάφραση: accrochage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακοπή, σύγκρουση, αρραβώνες, αναστολή, ανάρτηση, εναιώρημα, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή
Accrochage στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accroc στα ελληνικά - φράγμα, αγκιστρώνω, άγκιστρο, μπάρα, γάντζος, στηρίγματα, παρεμβολή, ...
  • accrocha στα ελληνικά - αλιεύονται, που αλιεύονται, αλιευθεί, αλιεύεται, έχουν αλιευθεί
  • accrochai στα ελληνικά - επέμενε, προσκολληθεί, προσκολλημένος, clung, προσκολλήθηκε
  • accrochant στα ελληνικά - κρέμασμα, κρέμονται, κρέμεται, που κρέμονται, που κρέμεται
Τυχαίες λέξεις
Accrochage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακοπή, σύγκρουση, αρραβώνες, αναστολή, ανάρτηση, εναιώρημα, διαφωνία, σύγκρουσης, συγκρούονται, σύγκρουσή