Auto στα ελληνικά
Μετάφραση: auto, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτοκίνητο, μηχάνημα, κούρσα, Auto, αυτόματη, αυτοκινήτων, αυτόματης, αυτόματο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- authentifier στα ελληνικά - πιστοποιώ, επικυρώνω, μαρτυρώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, ...
- authentique στα ελληνικά - αληθοφανής, σίγουρος, αληθής, αληθινός, αυθεντικός, εύσχημος, πραγματικός, ...
- auto-stop στα ελληνικά - ωτοστόπ, κάνει ωτοστόπ, να κάνει ωτοστόπ, το ωτοστόπ, κάνει οτοστόπ
- autobiographie στα ελληνικά - αυτοβιογραφία, την αυτοβιογραφία, αυτοβιογραφίας, αυτοβιογραφία του, η αυτοβιογραφία
Τυχαίες λέξεις
Auto στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτοκίνητο, μηχάνημα, κούρσα, Auto, αυτόματη, αυτοκινήτων, αυτόματης, αυτόματο
Μεταφράσεις: αυτοκίνητο, μηχάνημα, κούρσα, Auto, αυτόματη, αυτοκινήτων, αυτόματης, αυτόματο