Complément στα ελληνικά

Μετάφραση: complément, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράρτημα, αναπληρωτής, συνεργός, προσάρτημα, συμπληρώνω, συμπλήρωμα, συμπληρώματος, του συμπληρώματος, συμπληρωματικά, το συμπλήρωμα
Complément στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • complètement στα ελληνικά - αρκετά, πλήρως, ακριβώς, εντελώς, νεκρός, ακέραιος, μεστός, ...
  • complètent στα ελληνικά - περατώνω, ολοκληρώνω, ολόκληρος, γύρος, γύρω, γύρο, γύρου, ...
  • complémentaire στα ελληνικά - υποβοηθητικός, επιπρόσθετος, συνεργός, πρόσθετος, θυγατρική, συμπληρωματικός, επικουρικός, ...
  • compléta στα ελληνικά - ολοκληρώθηκε, ολοκληρωθεί, ολοκληρώσει, ολοκλήρωσε, ολοκληρώνεται
Τυχαίες λέξεις
Complément στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράρτημα, αναπληρωτής, συνεργός, προσάρτημα, συμπληρώνω, συμπλήρωμα, συμπληρώματος, του συμπληρώματος, συμπληρωματικά, το συμπλήρωμα