Coulissant στα ελληνικά
Μετάφραση: coulissant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προοδευτικός, ολίσθηση, ολίσθησης, συρόμενη, συρόμενες, συρόμενο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affrété στα ελληνικά - ναυλωμένο, ορκωτών, ναυλωμένα, ορκωτό, ορκωτούς
- appas στα ελληνικά - έλξη, θέαμα, γοητεύω, έφεση, τραβώ, θέλγω, μαγεύω, ...
- autodidacte στα ελληνικά - αυτοδίδαχτος
- ceignit στα ελληνικά - περιστοιχισμένη, ζωσμένος, ζωσμένο, περιζωσμένες, περιζωσμένος
Τυχαίες λέξεις
Coulissant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προοδευτικός, ολίσθηση, ολίσθησης, συρόμενη, συρόμενες, συρόμενο
Μεταφράσεις: προοδευτικός, ολίσθηση, ολίσθησης, συρόμενη, συρόμενες, συρόμενο