Courbe στα ελληνικά

Μετάφραση: courbe, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καμπυλώνεται, στρίβω, ειρωνικός, γέρνω, καμπυλώνω, σειρά, απατεώνας, κυρτός, κυρτώνω, κακοποιός, πτυχή, σκύβω, καμπύλη, στραβά, στροφή, στραβός, καμπύλης, της καμπύλης, την καμπύλη, καμπύλη που
Courbe στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acclimatèrent στα ελληνικά - εγκλιματιστεί, εγκλιματίστηκαν, εγκλιματίζονται, εγκλιματισμένο, εγκλιματίζεται
  • attire στα ελληνικά - ισοπαλίες, εφιστά, εφιστά την, αντλεί, βασίζεται
  • avancer στα ελληνικά - προκαταβάλλω, προάγω, κίνηση, εξέχω, επισπεύδω, σαλεύω, προχωρώ, ...
  • braser στα ελληνικά - κολλώ, Κολλήστε, συγκόλλησης, Υλικό συγκόλλησης, Κολλήσεις, Solder
Τυχαίες λέξεις
Courbe στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καμπυλώνεται, στρίβω, ειρωνικός, γέρνω, καμπυλώνω, σειρά, απατεώνας, κυρτός, κυρτώνω, κακοποιός, πτυχή, σκύβω, καμπύλη, στραβά, στροφή, στραβός, καμπύλης, της καμπύλης, την καμπύλη, καμπύλη που