Courent στα ελληνικά
Μετάφραση: courent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρέχω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- annexons στα ελληνικά - προσάρτηση, επισυνάπτει, προσαρτήσει, επισυνάψει, προσαρτήσετε
- bouleversée στα ελληνικά - αναστατώνω, ταραγμένος, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
- canal στα ελληνικά - γερός, πορθμός, διοχετεύω, φωνή, ρεματιά, κανάλι, ήχος, ...
- commanda στα ελληνικά - διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί
Τυχαίες λέξεις
Courent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρέχω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει
Μεταφράσεις: τρέχω, τρέξιμο, κίνηση, κίνηση από, επιχείρηση, τρέχει