Craintif στα ελληνικά

Μετάφραση: craintif, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νευρικός, μικρόψυχος, διστακτικός, άτολμος, ανήσυχος, φοβισμένος, συνεσταλμένος, αγχώδης, άτολμη, δειλά, δειλή
Craintif στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • admiration στα ελληνικά - υπόληψη, εκτίμηση, θαυμασμός, θαυμασμό, το θαυμασμό, τον θαυμασμό, θαυμασμού
  • brabant στα ελληνικά - Brabant, Μπραμπάντ, Βραβάντης, Βραβάντη, Μπραμπάν
  • coin-repas στα ελληνικά - μικρό δωμάτιο φαγητού, dinette
  • comptée στα ελληνικά - καταμέτρηση, μετρήθηκαν, υπολογίζονται, υπολογίζεται, συνυπολογίζονται
Τυχαίες λέξεις
Craintif στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νευρικός, μικρόψυχος, διστακτικός, άτολμος, ανήσυχος, φοβισμένος, συνεσταλμένος, αγχώδης, άτολμη, δειλά, δειλή