Cuisinière στα ελληνικά
Μετάφραση: cuisinière, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάγειρας, φάσμα, κουζίνα, εμβέλεια, φούρνος, διακυμαίνομαι, μαγειρεύω, φυλάω, κλίβανος, κουζίνας, βραστήρα, ηλεκτρική κουζίνα, χύτρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- approximativement στα ελληνικά - για, γύρω, λίγοι, πρόχειρα, μερικοί, περίπου, περί, ...
- avalai στα ελληνικά - κατάποσης, κατάπιε, καταποθούν, καταπίνεται, καταποθεί
- brisés στα ελληνικά - σπασμένος, σπασμένα, σπασμένο, των θραυσμάτων, θραυσμάτων της
- bénéfice στα ελληνικά - απολαβή, αποδοχές, σέρβις, ενδιαφέρον, εισόδημα, ενεργητικό, κέρδος, ...
Τυχαίες λέξεις
Cuisinière στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάγειρας, φάσμα, κουζίνα, εμβέλεια, φούρνος, διακυμαίνομαι, μαγειρεύω, φυλάω, κλίβανος, κουζίνας, βραστήρα, ηλεκτρική κουζίνα, χύτρα
Μεταφράσεις: μάγειρας, φάσμα, κουζίνα, εμβέλεια, φούρνος, διακυμαίνομαι, μαγειρεύω, φυλάω, κλίβανος, κουζίνας, βραστήρα, ηλεκτρική κουζίνα, χύτρα