Déchoient στα ελληνικά
Μετάφραση: déchoient, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθορά, παρακμάζω, σαπίζω, παρακμή
Μεταφράσεις
- actualisant στα ελληνικά - ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημέρωσης, την ενημέρωση, αναπροσαρμογή
- bourratif στα ελληνικά - γέμισμα, χορταστικός, σφράγισμα, ανιαρός, βαρύς, συντηρητικές, δύσπεπτος, ...
- chagrine στα ελληνικά - θλίβεται, λυπεί, θρηνεί, θλίβει, λυπάται
Τυχαίες λέξεις
Déchoient στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθορά, παρακμάζω, σαπίζω, παρακμή
Μεταφράσεις: φθορά, παρακμάζω, σαπίζω, παρακμή