Désarmé στα ελληνικά
Μετάφραση: désarmé, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφοπλίζει, αφοπλισμένο
Μεταφράσεις
- abandonnes στα ελληνικά - εγκαταλειμμένος, εγκαταλειφθεί, εγκαταλείφθηκε, εγκατέλειψε, εγκαταλελειμμένα
- atterrissez στα ελληνικά - προσγειώνομαι, προσγειώνω, έδαφος, γη, γης, της γης, γαιών, ...
- bonus στα ελληνικά - κίνητρο, πριμ, δώρο, μπόνους, επίδομα, επιδομάτων
- celluloïd στα ελληνικά - ταρταρούγα, ζελατίνη, ζελατίνα, σελιλόιντ, κυτταρινοειδή
Τυχαίες λέξεις
Désarmé στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφοπλίζει, αφοπλισμένο
Μεταφράσεις: αφοπλίζει, αφοπλισμένο