Dol στα ελληνικά

Μετάφραση: dol, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πονηριά, μοχθηρία, χαιρεκακία, ΔΟΛ, ινδολ, η ΔΟΛ, εταιρείας ΔΟΛ
Dol στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bandeau στα ελληνικά - κορδέλα, δεσμευτικός, εκδύω, γυμνώνω, ταινία, δέσιμο, κεφαλόδεσμος, ...
  • chevalier στα ελληνικά - ιππότης, ιππότη, ιπποτών, ιππέα, knight
  • compenser στα ελληνικά - επίπεδο, αμείβω, πληρώνω, αναπληρώνω, επαναφέρω, επισκευή, εξισώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Dol στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πονηριά, μοχθηρία, χαιρεκακία, ΔΟΛ, ινδολ, η ΔΟΛ, εταιρείας ΔΟΛ