Engagement στα ελληνικά
Μετάφραση: engagement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποχρέωση, προσήλωση, δέσμευση, στρατολόγηση, πρόσληψη, εγχείρημα, συνδέω, παθητικό, δεσμός, πίστη, αφιέρωση, συγκολλώ, αρραβώνες, ευθύνη, δωσιδικία, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- appel στα ελληνικά - στριγγλίζω, εξαγγελία, καριέρα, επιτήδευμα, στριγκλίζω, επίκληση, κραυγή, ...
- bonne στα ελληνικά - καλός, καλή, καλό, καλής, καλές
- cavé στα ελληνικά - σπήλαιο, σπηλιά, ΣΠΗΛΑΙΟ, CAVE, ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ
- collectivement στα ελληνικά - συλλογικά, συνολικά, κοινού, συλλογική, από κοινού
Τυχαίες λέξεις
Engagement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποχρέωση, προσήλωση, δέσμευση, στρατολόγηση, πρόσληψη, εγχείρημα, συνδέω, παθητικό, δεσμός, πίστη, αφιέρωση, συγκολλώ, αρραβώνες, ευθύνη, δωσιδικία, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση
Μεταφράσεις: υποχρέωση, προσήλωση, δέσμευση, στρατολόγηση, πρόσληψη, εγχείρημα, συνδέω, παθητικό, δεσμός, πίστη, αφιέρωση, συγκολλώ, αρραβώνες, ευθύνη, δωσιδικία, δέσμευσή, δέσμευσης, τη δέσμευσή, τη δέσμευση