Δωσιδικία στα γαλλικά

Μετάφραση: δωσιδικία, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
endettement, engagement, responsabilité, charge, obligation, juridiction, compétence, la compétence, compétent, la juridiction
Δωσιδικία στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δωσιδικία

δωσιδικία λεξικό, δωσιδικία εργατικών διαφορών, δωσιδικία αδικοπραξίας, δωσιδικία δικηγόρων, δωσιδικία της συνάφειας, δωσιδικία λεξικό γλώσσας γαλλικά, δωσιδικία στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • δωροληψία στα γαλλικά - corruption, vénalité, la vénalité, de vénalité, venality
  • δωσίλογος στα γαλλικά - responsable, collaborateurs, des collaborateurs, les collaborateurs, de collaborateurs, collaborateurs dans
  • δόγμα στα γαλλικά - base, doctrine, dogme, principe, la doctrine, doctrine de, théorie
  • δόκιμος στα γαλλικά - apprenti, novice, conscrit, débutant, arpète, disciple, cadet, ...
Τυχαίες λέξεις
Δωσιδικία στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: endettement, engagement, responsabilité, charge, obligation, juridiction, compétence, la compétence, compétent, la juridiction