Extension στα ελληνικά

Μετάφραση: extension, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επέκταση, έκταση, εξάπλωση, αναβαθμίζω, προέκταση, τέντωμα, διαστολή, παράταση, επέκτασης, παράτασης
Extension στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accompagnâmes στα ελληνικά - τον συνόδευαν, τον συνόδευε, τον συνόδευσε, τον συνόδευσαν, τον συνόδευα
  • apprêtés στα ελληνικά - Έτοιμα, Παρασκευασμένα, Παρασκευάζεται, Ετοιμάστηκε, Παρασκευάστηκε
  • basculé στα ελληνικά - μεταγωγής, ενεργοποιημένο, ενεργοποιημένη, ενεργοποιείται, ενεργοποιηθεί
  • collerette στα ελληνικά - περιλαίμιο, κολάρο, γιακά, κολλάρο, κολάρου
Τυχαίες λέξεις
Extension στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επέκταση, έκταση, εξάπλωση, αναβαθμίζω, προέκταση, τέντωμα, διαστολή, παράταση, επέκτασης, παράτασης