Foncier στα ελληνικά
Μετάφραση: foncier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρώτος, ύστατος, θεμελιώδης, πρωταρχικός, απώτατος, ριζικός, έσχατος, απαραίτητος, τελικός, ουσιώδης, προσγειώθηκε, εκφορτώνονται, εκφορτώθηκαν, που εκφορτώνονται, που εκφορτώθηκαν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adjuvant στα ελληνικά - βοηθητικός, ανοσοενισχυτικό, επικουρικό, έκδοχο, επικουρική, επίκουρο
- balkan στα ελληνικά - Βαλκανίων, των Βαλκανίων, Balkan, βαλκανικές, Βαλκανικών
- bourreau στα ελληνικά - δήμιος, εκτελεστή, εκτελεστής, δήμιο, δημίου
- claque στα ελληνικά - χαστουκίζω, φτεροκοπώ, ραπίζω, χαστούκι, καρπαζιά, χαϊδεύω, κόλαφος, ...
Τυχαίες λέξεις
Foncier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρώτος, ύστατος, θεμελιώδης, πρωταρχικός, απώτατος, ριζικός, έσχατος, απαραίτητος, τελικός, ουσιώδης, προσγειώθηκε, εκφορτώνονται, εκφορτώθηκαν, που εκφορτώνονται, που εκφορτώθηκαν
Μεταφράσεις: πρώτος, ύστατος, θεμελιώδης, πρωταρχικός, απώτατος, ριζικός, έσχατος, απαραίτητος, τελικός, ουσιώδης, προσγειώθηκε, εκφορτώνονται, εκφορτώθηκαν, που εκφορτώνονται, που εκφορτώθηκαν