Fonte στα ελληνικά
Μετάφραση: fonte, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτελείο, βολή, χυτήριο, σύντηξη, ρίξιμο, τήξη, τήξης, τήξεως, σημείου τήξεως, την τήξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arrosent στα ελληνικά - ποτίζω, ύδωρ, νερό, ψιχαλίζω, καταβρέχω, ραντίζω, πασπαλίζουμε, ...
- blanc στα ελληνικά - λευκό, άγραφος, ατόφιος, άσπρος, λευκός, άγραφτος, κενό, ...
- centralisent στα ελληνικά - συγκεντρώνει, συγκεντρώνουν, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, συγκεντρωτική
- collaborèrent στα ελληνικά - συνεργάστηκε, συνεργαστεί, συνεργάστηκαν, συνεργάζεται, συνεργασθεί
Τυχαίες λέξεις
Fonte στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτελείο, βολή, χυτήριο, σύντηξη, ρίξιμο, τήξη, τήξης, τήξεως, σημείου τήξεως, την τήξη
Μεταφράσεις: επιτελείο, βολή, χυτήριο, σύντηξη, ρίξιμο, τήξη, τήξης, τήξεως, σημείου τήξεως, την τήξη