Infirmier στα ελληνικά
Μετάφραση: infirmier, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anacardier στα ελληνικά - κάσιους, ανακαρδιοειδών, Ανακάρδια, των δυτικών ανακαρδίων, δυτικών ανακαρδίων
- bercer στα ελληνικά - πείθω, αναπηδώ, κούνια, νηνεμία, ταλαντεύομαι, λικνίζομαι, κουνώ, ...
- brumeux στα ελληνικά - χνουδάτος, ομιχλώδης, ομίχλη, ομιχλώδη, ομιχλώδες, ομίχλης
- communément στα ελληνικά - συνήθως, κοινώς, γενικά, κοινά, συχνά, κοινού
Τυχαίες λέξεις
Infirmier στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα