Innocent στα ελληνικά

Μετάφραση: innocent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύπιστος, αγνός, ευκολόπιστος, μωρόπιστος, καθαρός, απέριττος, καθαρίζω, αφελής, αθώος, αθώα, αθώων, αθώο, αθώους
Innocent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ail στα ελληνικά - σκόρδο, το σκόρδο, σκόρδου, σκόρδα, τα σκόρδα
  • avalise στα ελληνικά - πλάτες, πλάτη, την πλάτη, τις πλάτες, backs
  • avatar στα ελληνικά - μετατροπή, φέσι, αποτυχία, μεταμόρφωση, το avatar, είδωλο, Avatar του, ...
  • codifiés στα ελληνικά - κωδικοποιημένη, κωδικοποίησε, κωδικοποιήθηκε, κωδικοποιηθεί, κωδικοποιήθηκαν
Τυχαίες λέξεις
Innocent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύπιστος, αγνός, ευκολόπιστος, μωρόπιστος, καθαρός, απέριττος, καθαρίζω, αφελής, αθώος, αθώα, αθώων, αθώο, αθώους