Instiller στα ελληνικά
Μετάφραση: instiller, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενσταλάζω, ενσταλάξει, ενσταλάξουν, να ενσταλάξει, ενσταλάξει την, εμφυσήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aile στα ελληνικά - φτερό, λασπωτήρας, ανεμοδείκτης, πτερύγιο, πτέρυγα, πλευρά, πτέρυγας
- anoblissant στα ελληνικά - εξευγενισμό, εξευγενίζων, εξευγενίζει, τον εξευγενισμό
- aviver στα ελληνικά - έμψυχος, νεκρανασταίνω, επιταχύνω, ανεβάζω, αναζωογονώ, ενισχύω, ακονίζω, ...
- becqueter στα ελληνικά - ραμφίζω, τσιμπώ, κτυπώ με το ράμφος, Peck, ραμφίζουν, ραμφίζουν τα
Τυχαίες λέξεις
Instiller στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενσταλάζω, ενσταλάξει, ενσταλάξουν, να ενσταλάξει, ενσταλάξει την, εμφυσήσει
Μεταφράσεις: ενσταλάζω, ενσταλάξει, ενσταλάξουν, να ενσταλάξει, ενσταλάξει την, εμφυσήσει