Lime στα ελληνικά
Μετάφραση: lime, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ασβέστης, άσβεστος, λάιμ, ασβέστη, ασβέστου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acerbe στα ελληνικά - ξινός, στυφός, πνιγηρός, σκληροτράχηλος, θυελλώδης, πόρνη, οξύ, ...
- ajustant στα ελληνικά - ρύθμιση, προσαρμογή, την προσαρμογή, ρύθμισης, τη ρύθμιση
- branler στα ελληνικά - κούνια, κουνώ, κύμα, χύμα, χαλαρός, χαλαρά, χαλαρό, ...
- causée στα ελληνικά - προκαλείται, προκαλούνται, που προκαλείται, που προκαλούνται, προκάλεσε
Τυχαίες λέξεις
Lime στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ασβέστης, άσβεστος, λάιμ, ασβέστη, ασβέστου
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ασβέστης, άσβεστος, λάιμ, ασβέστη, ασβέστου