Λέξη: αερόστατο

Σχετικές λέξεις: αερόστατο

αερόστατο πλατεία προσκόπων, αερόστατο τεχνολογία, αερόστατο ρέθυμνο, αερόστατο μπαρ παγκράτι, αερόστατο επιπτώσεις στο περιβάλλον, αερόστατο ιστορική εξέλιξη, αερόστατο καρδίτσα, αερόστατο παιδικός σταθμός, αερόστατο παγκράτι, αερόστατο πληροφορίες

Συνώνυμα: αερόστατο

αεροσκάφος, μπαλόνι

Μεταφράσεις: αερόστατο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
balloon, aerostat, airship, hot air balloon
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
globo, balón, globo de, del globo, el globo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
luftballon, blase, ballon, sprechblase, Ballon, Luftballon
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
enfler, ballon, ballonnet, aérostat, ballons, balloon, bulle
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
palloncino, pallone, aerostato, balloon, mongolfiera
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
balão, aeróstato, balão de, do balão, de balão, balloon
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ballon, luchtballon, balloon, de ballon
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
аэростат, баллон, воздушный шар, шар, воздушного шара, баллонная
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ballong, ballongen, balloon
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ballong, ballongen, balloon
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuumailmapallo, pullistua, ilmapallo, balloon, pallon, pallo, ilmapallon
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ballon, ballonen, balloon, balloner
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vzdouvat, balónek, balón, baňka, bublinu, balon, balónu
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nadymać, dymać, dymek, balonik, balon, balonu, balloon, balonem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ballon, léggömb, léggömböt, ballont, balloon
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
balon, balonu, balloon, balonun, bir balon
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
балонна, балонне, балонний, балон, аеростат, повітряна куля, повітряну кулю
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tullumbace, tullumbace e, ballon, tullumbace të, balloon
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
балон, балона, балонна, балони
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паветраны
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sondpall, õhupall, balloon, õhupalli, ballooni, jutumulli
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
balon, balončić, kugla, Balloon, balona, balonom, balonu
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
blaðra, blöðru, loftbelgur, blaðran, loftbelgi
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
balionas, baliono, balionu, balioną, oro baliono
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
balons, balonu, balona, gaisa balons, gaisa balona
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
балон, балонот, балони, балон за, балон со
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
balon, balon de, baloane, cu balon, balon cu
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
balon, balón, balloon, balona, balonom, balone
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bublina, balón

Στατιστικά δημοτικότητας: αερόστατο

Τυχαίες λέξεις