Long στα ελληνικά

Μετάφραση: long, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άφθονος, πολύ, μοίρα, μήκος, μακρύς, πολύς, πολλοί, πολλά, κλήρος, μεγάλος, χρονοβόρα, χρονοβόρες, χρονοβόρο, χρονοβόρος, χρονοβόρων
Long στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accumulons στα ελληνικά - συσσωρεύω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί
  • autopsie στα ελληνικά - τομή, τμήμα, νεκροψία, αυτοψία, αυτοψίας, την αυτοψία, νεκροψίας
  • avant-projet στα ελληνικά - σχεδιασμός, προσχέδιο, σχέδιο, σχεδίου, σχέδια, το σχέδιο
  • capitalisation στα ελληνικά - κεφαλαιοποίηση, κεφαλοποίηση, κεφαλαιοποίησης, χρηματιστηριακή, την κεφαλαιοποίηση
Τυχαίες λέξεις
Long στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άφθονος, πολύ, μοίρα, μήκος, μακρύς, πολύς, πολλοί, πολλά, κλήρος, μεγάλος, χρονοβόρα, χρονοβόρες, χρονοβόρο, χρονοβόρος, χρονοβόρων