Lys στα ελληνικά
Μετάφραση: lys, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρίνος, κρίνο, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adjugea στα ελληνικά - κριθεί, κρίνεται, κηρυχθεί, κηρυχθεί σε, επιδικασθέν
- administration στα ελληνικά - τρέξιμο, κατεύθυνση, επιβιβάζομαι, χορήγηση, κυβέρνηση, αυθεντία, σανίδα, ...
- affermissent στα ελληνικά - καρδαμώνω, εμπεδώνω, ενισχύω, ενδυναμώνω
- briguons στα ελληνικά - δικαστήριο, ερωτοτροπώ, αυλή
Τυχαίες λέξεις
Lys στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρίνος, κρίνο, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
Μεταφράσεις: κρίνος, κρίνο, κρίνου, κρίνων, νούφαρο