Pensèrent στα ελληνικά

Μετάφραση: pensèrent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκεφτόμουν, νόμιζα, σκέψη, θεωρούν, πιστεύεται, σκεφτεί, σκέφτηκε
Pensèrent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alpiniste στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
  • arrosage στα ελληνικά - άρδευση, σπρέι, ψεκασμού, ψεκασμό, ψεκάζετε, ψεκάστε
  • bd στα ελληνικά - BD, βδ, Βϋ, της BD, Το BD
  • bégayés στα ελληνικά - stuttered, ψέλλισε, Τραυλίζοντας, πάρει την κάτω βόλτα, Τραυλίζοντας προσπάθησα
Τυχαίες λέξεις
Pensèrent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκεφτόμουν, νόμιζα, σκέψη, θεωρούν, πιστεύεται, σκεφτεί, σκέφτηκε