Ξηρασία στα αγγλικά
Μετάφραση: ξηρασία, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
drought, aridity, droughts
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ξηρασία
aridity
- ξηρασία
- ανυδρία
- ξηρασία
- ανομβρία
- λειψυδρία
- ξηρασία
Σχετικές λέξεις: ξηρασία
ξηρασία κόλπου, ξηρασία θεραπεία, ξηρασία στον κόλπο, πνευματική ξηρασία, ξηρασία ορισμός, ξηρασία λεξικό γλώσσας αγγλικά, ξηρασία στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ξεχωριστός στα αγγλικά - distinctive, separate, special, distinct, outstanding
- ξεχύνομαι στα αγγλικά - surge, sluice out
- ξηρός στα αγγλικά - dry, crisp, arid, dried
- ξηρότητα στα αγγλικά - aridity, dryness, dry, drying, dryness of, skin dryness
Τυχαίες λέξεις
Ξηρασία στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: drought, aridity, droughts
Μεταφράσεις: drought, aridity, droughts