Poinçonnent στα ελληνικά
Μετάφραση: poinçonnent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρονθοκοπώ, γροθιά, διάτρηση, διάτρησης, διατρητήρα, ζουμπά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affréter στα ελληνικά - καταστατικό, ναυλώνω, ναύλωση, καταστατικός χάρτης, Χάρτη, τσάρτερ, charter
- aguerrissent στα ελληνικά - πειθαρχία, πειθαρχώ, τραχύνομαι, σκληρύνομαι, τραχύνω, σκληρύνω, σκληρύνει
- antimissile στα ελληνικά - βλήμα, πύραυλος, πυραύλων, Πυραυλικής, Missile
Τυχαίες λέξεις
Poinçonnent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρονθοκοπώ, γροθιά, διάτρηση, διάτρησης, διατρητήρα, ζουμπά
Μεταφράσεις: γρονθοκοπώ, γροθιά, διάτρηση, διάτρησης, διατρητήρα, ζουμπά