Professionnel στα ελληνικά
Μετάφραση: professionnel, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπειρογνώμονας, επαγγελματικός, επαγγελματίας, εμπειρογνώμων, ειδικός, επαγγελματική, επαγγελματικών, επαγγελματικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acheminé στα ελληνικά - δρομολογείται, δρομολόγησης, αλλάξει διαδρομή, δρομολογείται το
- amarrez στα ελληνικά - λοιδορώ, μαστίζω, βάλτος, αράζω, προσορμίζω, Μαυριτάνος, χερσότοπος
- chambard στα ελληνικά - τρελοκομείο, φρενοκομείο, Bedlam, κομφούζιο, φασαρία
- classeur στα ελληνικά - λιμάρω, υποβάλλω, πίφερο, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, ...
Τυχαίες λέξεις
Professionnel στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, επαγγελματικός, επαγγελματίας, εμπειρογνώμων, ειδικός, επαγγελματική, επαγγελματικών, επαγγελματικής
Μεταφράσεις: εμπειρογνώμονας, επαγγελματικός, επαγγελματίας, εμπειρογνώμων, ειδικός, επαγγελματική, επαγγελματικών, επαγγελματικής