Retentissement στα ελληνικά
Μετάφραση: retentissement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντήχηση, αντιλαλώ, αντηχώ, απάντηση, επίπτωση, μιμούμαι, αντίλογος, αντίκτυπος, αντίκτυπο, ηχηρό, ηχηρή, ηχητική, συντριπτική, παταγώδη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adopta στα ελληνικά - υιοθέτησε, που εγκρίθηκε, εγκρίθηκε, ενέκρινε, εξέδωσε
- aheurter στα ελληνικά - επιμένω
- anoblis στα ελληνικά - εξευγενίζω, ennobled, εξευγενισμένο, εξευγενίζεται, εξευγένιζε, εξευγενίζουν
- chassa στα ελληνικά - αγέλη, οδήγησε, οδήγησαν, οδηγούσε, οδήγησα
Τυχαίες λέξεις
Retentissement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντήχηση, αντιλαλώ, αντηχώ, απάντηση, επίπτωση, μιμούμαι, αντίλογος, αντίκτυπος, αντίκτυπο, ηχηρό, ηχηρή, ηχητική, συντριπτική, παταγώδη
Μεταφράσεις: αντήχηση, αντιλαλώ, αντηχώ, απάντηση, επίπτωση, μιμούμαι, αντίλογος, αντίκτυπος, αντίκτυπο, ηχηρό, ηχηρή, ηχητική, συντριπτική, παταγώδη