Revêtir στα ελληνικά
Μετάφραση: revêtir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδυναμώνω, αμφίεση, καρδαμώνω, παλτό, ντύσιμο, ντύνομαι, καλύπτω, φόρεμα, ντύνω, Don, Δον, Ντον, Μην, φορά το
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aisé στα ελληνικά - λυτός, ευκατάστατος, αξιόλογος, ελαστικός, ακάθεκτος, στερεός, ουσιαστικός, ...
- break στα ελληνικά - ακίνητος, διακοπή, διάσπαση, θραύση, διάλειμμα, σπάσιμο
- ceignant στα ελληνικά - girding
- chauffer στα ελληνικά - θερμαίνω, λιάζομαι, ζεστός, ζεσταίνω, ζέστη, θερμότητα, θερμότητας, ...
Τυχαίες λέξεις
Revêtir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδυναμώνω, αμφίεση, καρδαμώνω, παλτό, ντύσιμο, ντύνομαι, καλύπτω, φόρεμα, ντύνω, Don, Δον, Ντον, Μην, φορά το
Μεταφράσεις: ενδυναμώνω, αμφίεση, καρδαμώνω, παλτό, ντύσιμο, ντύνομαι, καλύπτω, φόρεμα, ντύνω, Don, Δον, Ντον, Μην, φορά το