Ridiculiser στα ελληνικά
Μετάφραση: ridiculiser, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σάτιρα, σατιρίζω, διασυρμός, αποβλακώνω, σαρκάζω, ρεζιλεύω, χλευάζω, περιγελώ, γελοιοποιώ, γελοιοποίηση, εμπαιγμού, εμπαιγμό, η γελοιοποίηση, τον εμπαιγμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accourues στα ελληνικά - συνέρρεαν, συνέρευσαν, φλοκωτά, κατέκλυσαν, flocked
- affligea στα ελληνικά - θλιμμένοι, θρηνούν, λυπήθηκε, θρηνούσαν, grieved
- attentez στα ελληνικά - προσπαθώ, απόπειρα, προσπάθεια, Στη συνέχεια, τότε, συνέχεια, κατόπιν, ...
- causent στα ελληνικά - αιτία, προξενώ, σκοπός, προκαλώ, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Ridiculiser στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σάτιρα, σατιρίζω, διασυρμός, αποβλακώνω, σαρκάζω, ρεζιλεύω, χλευάζω, περιγελώ, γελοιοποιώ, γελοιοποίηση, εμπαιγμού, εμπαιγμό, η γελοιοποίηση, τον εμπαιγμό
Μεταφράσεις: σάτιρα, σατιρίζω, διασυρμός, αποβλακώνω, σαρκάζω, ρεζιλεύω, χλευάζω, περιγελώ, γελοιοποιώ, γελοιοποίηση, εμπαιγμού, εμπαιγμό, η γελοιοποίηση, τον εμπαιγμό