Sort στα ελληνικά

Μετάφραση: sort, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειμαρμένη, θέλγω, κλήρος, ξόρκι, μοίρα, ορθογραφώ, μαγεύω, πεπρωμένο, διάστημα, ευτυχία, συλλαβίζω, προορισμός, γοητεύω, τύχη, τύχης, την τύχη, τη μοίρα
Sort στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abjurons στα ελληνικά - αποκρούω, εξομνύω, αποκηρύξει, ομολογούν, ανακαλώ διά όρκου
  • bougeoir στα ελληνικά - λυχνία, κηροπήγιο, Κηροπήγια, κεριών, κηροπηγίων, Candlestick
  • brassés στα ελληνικά - Brewed, ζυθοποιηθεί
Τυχαίες λέξεις
Sort στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειμαρμένη, θέλγω, κλήρος, ξόρκι, μοίρα, ορθογραφώ, μαγεύω, πεπρωμένο, διάστημα, ευτυχία, συλλαβίζω, προορισμός, γοητεύω, τύχη, τύχης, την τύχη, τη μοίρα